Η αμαρτωλή ιστορία των ενόρκων βεβαιώσεων
Η ένορκη βεβαίωση είναι ένα γραπτό κείμενο το οποίο, στην πράξη, συντάσσει ο δικηγόρος στο γραφείο του και απλώς υπογράφεται ενόρκως από ένα μάρτυρα ενώπιον ενός Συμβολαιογράφου (εκτός του Δικαστηρίου), ώστε να χρησιμοποιηθεί αργότερα στο δικαστήριο για την απόδειξη των ισχυρισμών ενός διαδίκου. Οι ένορκες βεβαιώσεις αρχικά θεωρούνταν απλά μαρτυρικά έγγραφα ("εκμαρτύρια"), όπως περίπου π.χ. μια ιδιωτική επιστολή, από την οποία το Δικαστήριο μπορούσε να βγάλει απλώς συμπεράσματα (τεκμήρια) σχετικά με τα αποδεικτέα θέματα μιας υπόθεσης και δεν είχαν την αυξημένη βαρύτητα της μαρτυρικής κατάθεσης που λαμβάνεται ενόρκως στο ακροατήριο του δικαστηρίου, ύστερα από ερωτήσεις που υποβάλλει το Δικαστήριο και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι στο μάρτυρα που καταθέτει. Επειδή όμως στην πράξη οι ένορκες βεβαιώσεις χρησιμοποιήθηκαν καταχρηστικά, δηλαδή για την καταστρατήγηση του περιορισμού της εμμάρτυρης απόδειξης (αφού δεν είχαν τους αντίστοιχους περιορισμούς των μαρτυρικών καταθέσεων λόγω ύψους ποσού ή είδους διαφορών) ενώ απ' την άλλη λαμβάνονταν σοβαρά υπόψη από τα δικαστήρια, υποκαθιστώντας έτσι τις καταθέσεις των μαρτύρων, καταργήθηκαν από την τακτική διαδικασία. Αργότερα, όμως, το έτος 1971 επανήλθαν μόνο στις ειδικές διαδικασίες των εργατικών και ορισμένων μισθωτικών διαφορών, ενώ το 1984 επανήλθαν και στην τακτική διαδικασία του Ειρηνοδικείου και το Μονομελούς Πρωτοδικείου, από δε το 2001 και στην τακτική διαδικασία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Έτσι γενικεύτηκε η χρήση τους, η οποία υπαγορεύτηκε από τη αδυναμία να εξετάζονται περισσότεροι μάρτυρες στα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια της δίκης, με αποτέλεσμα οι ένορκες βεβαιώσεις να αποτελέσουν το πιο αναξιόπιστο, επικίνδυνο και επισφαλές αποδεικτικό μέσο, που αντικατέστησε ένα επίσης αναξιόπιστο και επικίνδυνο αποδεικτικό μέσο, αυτό της κανονικής μαρτυρικής κατάθεσης που γίνεται ενόρκως στο Δικαστήριο. Όμως, τα μειονεκτήματα του τελευταίου μετριάζονται, εφόσον οι ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων λαμβάνουν χώρα ενώπιον του Δικαστή και των δικηγόρων και, τελικά, εκτιμώνται ανάλογα από το Δικαστή, αφού αξιολογηθεί η αξιοπιστία, η ειλικρίνεια, η σαφήνεια και η πληρότητα της μαρτυρικής κατάθεσης. Δεν ισχύει, όμως, το ίδιο στις ένορκες βεβαιώσεις, όπου ο κάθε μάρτυρας μπορεί -χωρίς να φοβάται τις ερωτήσεις του δικαστή και των δικηγόρων στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, που, πιθανώς, να τον κάνουν να περιπέσει σε αντιφάσεις- να καταθέτει ό,τι συμφέρει τον διάδικο υπέρ του οποίου καταθέτει, ανεξάρτητα αν αυτό είναι αληθές ή ψευδές, χωρίς να διατρέχει τον κίνδυνο να αποκαλυφθεί μπροστά στο Δικαστήριο. Επιπρόσθετα, όμως, υπάρχουν βάσιμες αμφιβολίες κατά ΄πόσο οι ένορκες βεβαιώσεις συμβιβάζονται προς το άρθρο 61 της ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), που θέλει τον διάδικο υποκείμενο (=ομιλούντα και ακουόμενο) και όχι αντικείμενο της διαδικασίας. Γι' αυτούς τους λόγους λοιπόν, οι ένορκες βεβαιώσεις δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να υποκαταστήρουν τις μαρτυρικές καταθέσεις, διότι αυτό θα αποτελέσει ένα επιπλέον λόγο για την έκδοση άδικων, κακών, πλημμελών και εσφαλμένων δικαστικών αποφάσεων!
Ν. 4842/2021: Τι Ισχύει πλέον για τις ένορκες βεβαιώσεις σε Δικηγόρους
Με το Ν. 4842/2021 τροποποιείται ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας παγιώνοντας τη δυνατότητα κατάθεσης ένορκης βεβαίωσης ενώπιον Δικηγόρου, η οποία πλέον αποτελεί αποδεικτικό μέσο ενώπιον του Δικαστηρίου.
Με το Ν. 4842/2021 τροποποιείται ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας παγιώνοντας τη δυνατότητα κατάθεσης ένορκης βεβαίωσης ενώπιον Δικηγόρου, η οποία πλέον αποτελεί αποδεικτικό μέσο ενώπιον του Δικαστηρίου.
Συγκεκριμένα το άρθρο 421 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 421 Οι διάδικοι μπορούν να προσκομίσουν προαποδεικτικώς ένορκες βεβαιώσεις, εφόσον αυτές λαμβάνονται ενώπιον του ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή δικηγόρου της έδρας του δικαστηρίου ή της κατοικίας ή της διαμονής του μάρτυρα ή ενώπιον του προξένου της κατοικίας ή της διαμονής του μάρτυρα κατά τη διαδικασία των άρθρων 422 έως 424. Η ένορκη βεβαίωση, που λαμβάνεται ενώπιον δικηγόρου, δεν μπορεί να ληφθεί ενώπιον των πληρεξουσίων δικηγόρων των διαδίκων. Αμέσως μετά τη λήψη της ένορκης βεβαίωσης, ο δικηγόρος ενώπιον του οποίου αυτή δόθηκε την αποστέλλει ηλεκτρονικά στον δικηγορικό σύλλογο στον οποίο ανήκει και λαμβάνει ηλεκτρονική απόδειξη λήψης. Με την ηλεκτρονική απόδειξη η ένορκη βεβαίωση αποκτά βέβαιη χρονολογία και μοναδικό αριθμό. Ο δικηγόρος χορηγεί αντίγραφα της ένορκης βεβαίωσης μαζί με την ως άνω ηλεκτρονική απόδειξη λήψης. Όμοια αντίγραφα χορηγεί και ο οικείος δικηγορικός σύλλογος μέσω της διαδικτυακής πύλης portal.olomeleia.gr. Τα αρχεία των ένορκων βεβαιώσεων που λαμβάνονται ενώπιον δικηγόρου τηρούνται στους οικείους δικηγορικούς συλλόγους, σύμφωνα με αποφάσεις των διοικητικών τους συμβουλίων.».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου