ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ
Δημοψήφισμα είναι η διατύπωση της βούλησης του εκλογικού σώματος για συγκεκριμένο ζήτημα κατά τρόπο άμεσο και ευθύ και με τη μορφή της άμεσης, καθολικής και μυστικής ψηφοφορίας. Είναι θεσμός άμεσης δημοκρατίας που λειτουργεί παράλληλα με το αντιπροσωπευτικό σύστημα.
Το εξαγγελθέν από τον Πρωθυπουργό δημοψήφισμα του άρθρου 44 παρ. 2 του Συντάγματος -είτε με τη μορφή του "κρίσιμου εθνικού θέματος", που απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών είτε με τη μορφή του ψηφισμένου νομοσχεδίου (εκτός από τα δημοσιονομικά), εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών- αποτελεί μια δημοκρατική και σύμφωνη με το Σύνταγμα πολιτική διέξοδο στο κρίσιμο ζήτημα της στάσης του εκλογικού σώματος απέναντι στον πρόσφατο δανεισμό μας από το Δ.Ν.Τ. και την Ε.Κ.Τ., την παραμονή μας στην ευροζώνη κλπ.
Η ανάγκη του ψημοψηφίσματος έγινε επιτακτική, ύστερα από τη διαπιστωμένη, πλέον, πολωτική κομματική αντιδικία και λαϊκή δυσαρέσκεια σχετικά με τους κυβερνητικούς χειρισμούς στο ζήτημα της δανειακής σύμβασης. Το ζήτημα αυτό οξύνθηκε υπέρμετρα με συνέπεια να θίγει τις ίδιες τις βάσεις της πολιτικής νομιμοποίησης της κυβερνώσης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και να δημιουργεί κινδύνους για την οικονομική επιβίωση του έθνους και την δημοκρατική ομαλότητα. Ειδικότερα:
Η απόφαση για το δημοψήφισμα λήφθηκε σε συνθήκες πολιτικού αδιεξόδου ύστερα από τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις (δανειστική σύμβαση, οικονομική κρίση). Ο πρωθυπουργός χρειάστηκε νωπή λαϊκή εντολή γιατί εκλέχθηκε πριν την κορύφωση της κρίσης και η πολιτική που ακολουθεί απαιτεί δύσκολες και αντιλαϊκές αποφάσεις κι ένα πρόγραμμα πρωτοφανούς λιτότητας για τα χαμηλά και μεσαία στρώματα του πληθυσμού. Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση, μετά από ενάμιση χρόνo ασαφών επιχειρημάτων και παλινδρομήσεων, φαίνεται πως δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι η χώρα καταστρέφεται από τα μικροπολιτικά παιχνίδια. Με το δημοψήφισμα, λοιπόν, δίνεται η ευκαιρία στην αντιπολίτευση να λάβει σαφώς θέση για το πως βλέπει το μέλλον της χώρας σχετικά με τη δανειακή σύμβαση και την παραμονή της χώρας μας στο ευρώ ή την επιστροφή στη δραχμή.
Τέλος, πρέπει να συνειδητοποιηθεί ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη δίνη μιας κρίσης, μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, που στη χώρα μας εκδηλώνεται με ιδιαίτερα έντονα και εγγενή χαρακτηριστικά (πελατειακό κράτος, υπερτροφικός και αντιπαραγωγικός δημόσιος τομέας, ανεπαρκής διοίκηση, κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις κλπ) και ότι όλοι οι πολίτες είναι θύματά της και της αντίστοιχης οικονομικής πολιτικής. Πολλοί, όμως, με πρωτεργάτες τους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των πλέον ευνοούμενων επαγγελματικών στρωμάτων, φαίνεται πώς δεν συνειδητοποιούν τι συμβαίνει γύρω τους και καταφεύγουν σε συνεχείς αποχές, απεργίες, διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες. Βεβαίως και είναι δικαιολογημένες οι διαμαρτυρίες, κυρίως των φτωχών στρωμάτων του πληθυσμού, που κινδυνεύει η ίδια η βιολογική επιβίωσή τους, όμως η συνέχιση των αντιδράσεων αυτών μόνο ζημιά επιφέρει.
Πρέπει επιτέλους να αποφασίσουμε τι θέλουμε και τώρα μας δίνεται η ευκαιρία, τώρα μάλιστα που είναι πλήρως ορατές οι συνέπειες των επιλογών μας και έχει ξεκαθαρίσει περισσότερο η στάση των ευρωπαίων εταίρων μας και των λοιπών χωρών και οργανισμών. Ο πρωθυπουργός, εξάλλου, είναι προφανές ότι ζητάει την έκφραση της βούλησης του εκλογικού σώματος στο ζήτημα του δανεισμού και της παραμονής της χώρας μας στην ευρωζώνη, προκειμένου να διασφαλίσει τις κυβερνητικές αποφάσεις και να αυξήσει τη διαπραγματευτική του ισχύ, πράγματα που δεν φαίνεται να συμμερίζεται η αντιπολίτευση, χωρίς παράλληλα να μπορεί να δικαιολογήσει γιατί δεν θέλει το δημοψήφισμα.
Από την άλλη πλευρά, είναι περίεργο που ένα υβρίδιο αποστασίας φαίνεται βρίσκεται σε εξέλιξη από την πλευρά των βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος (Αποστολάκη, Καϊλή, κλπ), χωρίς επαρκείς και πειστικές αιτιολογίες, που προδίδουν ανεύθυνη πολιτική συμπεριφορά, άκρως επικίνδυνη για τα συμφέροντα της χώρας. Στην παρούσα πολιτική συγκυρία, οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος οφείλουν να στηρίξουν τον Πρωθυπουργό και την κυβέρνηση ενάντια στα άθλια συμφέροντα που χρόνια λυμαίνονται τη χώρα και εκτρέφουν τους αποστάτες. Είναι προφανές ότι η επιστροφή στη δραχμή ευνοεί τους τραπεζίτες και τις επιχειρήσεις (ακόμα και αρκετές εκδοτικές επιχειρήσεις), που πιστεύουν ότι θα απαλλαγούν από τα χρέη τους (εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία, φόροι, ιδιωτικές οφειλές κλπ) και θα εκμεταλλευτούν την οικονομική ανωμαλία.Το δημοψήφισμα δεν φαίνεται να εξυπηρετεί κάποια αντιλαϊκή ή αντεθική σκοπιμότητα, αφού εξ ορισμού είναι η πιο καθαρή δημοκρατική διαδικασία και θεσμός άμεσης δημοκρατίας, ενώ είναι σχεδόν βέβαιο ότι η έκβασή του θα είναι υπέρ του ευρώ. Αυτό θα έχει ως συνέπεια, αφενόςτην ελεύθερη έκφραση του εκλογικού σώματος και τη συνακόλουθη επισφράγηση της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής και αφετέρου την ισχυροποιηση του πρωθυπουργού και την αύξηση της διαπραγματευτικής του ικανότητας στις σχέσεις της χώρας μας με το Δ.Ν.Τ. και την Ε.Ε. Αντίθετα, ύποπτες σκοπιμότητες και συμφέροντα (οικονομικά ή πολιτικά) που έχουν επενδύσει στη χρεοκοπία της χώρας, φαίνεται να εξυπηρετούν οι κινήσεις των επίδοξων αποστατών, που εντελώς αδικαιολόγητα αρνούνται το δημοψήφισμα και ευθυγραμμίζονται με τα συμφέροντα των αλλοδαπών "αγορών".
Και κάτι τελευταίο. Το πολίτευμα της χώρας μας είναι "προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία με έντονα πρωθυπουργοκεντρικά χαρακτηριστικά". Αυτό σημαίνει ότι ο Πρωθυπουργός διαδραματίζει προεξάρχοντα ρόλο και έχει αποφασιστικές αρμοδιότητες λήψης κυβερνητικών αποφάσεων στο πλαίσιο της λειτουργίας του υπουργικού συμβουλίου. Αν το πολίτευμα αυτό δεν μας αρέσει, μπορούμε να το αλλάξουμε τηρώντας τις προϋποθέσεις που τάσσει το Σύνταγμα για την αναθεώρησή του. Μέχρι τότε, όμως, οφείλουμε να σεβόμαστε τον πρωθυπουργοκεντρικό χαρακτήρα του με την υπερέχουσα θέση του Πρωθυπουργού.
Είναι η ώρα οι έλληνες πολίτες να αντιμετωπίσουμε με ευθύτητα και με συναίσθηση της ευθύνης μας το μέλλον της χώρας.
Το εξαγγελθέν από τον Πρωθυπουργό δημοψήφισμα του άρθρου 44 παρ. 2 του Συντάγματος -είτε με τη μορφή του "κρίσιμου εθνικού θέματος", που απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών είτε με τη μορφή του ψηφισμένου νομοσχεδίου (εκτός από τα δημοσιονομικά), εφόσον αυτό αποφασιστεί από τα τρία πέμπτα του συνόλου των βουλευτών- αποτελεί μια δημοκρατική και σύμφωνη με το Σύνταγμα πολιτική διέξοδο στο κρίσιμο ζήτημα της στάσης του εκλογικού σώματος απέναντι στον πρόσφατο δανεισμό μας από το Δ.Ν.Τ. και την Ε.Κ.Τ., την παραμονή μας στην ευροζώνη κλπ.
Η ανάγκη του ψημοψηφίσματος έγινε επιτακτική, ύστερα από τη διαπιστωμένη, πλέον, πολωτική κομματική αντιδικία και λαϊκή δυσαρέσκεια σχετικά με τους κυβερνητικούς χειρισμούς στο ζήτημα της δανειακής σύμβασης. Το ζήτημα αυτό οξύνθηκε υπέρμετρα με συνέπεια να θίγει τις ίδιες τις βάσεις της πολιτικής νομιμοποίησης της κυβερνώσης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και να δημιουργεί κινδύνους για την οικονομική επιβίωση του έθνους και την δημοκρατική ομαλότητα. Ειδικότερα:
Η απόφαση για το δημοψήφισμα λήφθηκε σε συνθήκες πολιτικού αδιεξόδου ύστερα από τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις (δανειστική σύμβαση, οικονομική κρίση). Ο πρωθυπουργός χρειάστηκε νωπή λαϊκή εντολή γιατί εκλέχθηκε πριν την κορύφωση της κρίσης και η πολιτική που ακολουθεί απαιτεί δύσκολες και αντιλαϊκές αποφάσεις κι ένα πρόγραμμα πρωτοφανούς λιτότητας για τα χαμηλά και μεσαία στρώματα του πληθυσμού. Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση, μετά από ενάμιση χρόνo ασαφών επιχειρημάτων και παλινδρομήσεων, φαίνεται πως δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι η χώρα καταστρέφεται από τα μικροπολιτικά παιχνίδια. Με το δημοψήφισμα, λοιπόν, δίνεται η ευκαιρία στην αντιπολίτευση να λάβει σαφώς θέση για το πως βλέπει το μέλλον της χώρας σχετικά με τη δανειακή σύμβαση και την παραμονή της χώρας μας στο ευρώ ή την επιστροφή στη δραχμή.
Τέλος, πρέπει να συνειδητοποιηθεί ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη δίνη μιας κρίσης, μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, που στη χώρα μας εκδηλώνεται με ιδιαίτερα έντονα και εγγενή χαρακτηριστικά (πελατειακό κράτος, υπερτροφικός και αντιπαραγωγικός δημόσιος τομέας, ανεπαρκής διοίκηση, κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις κλπ) και ότι όλοι οι πολίτες είναι θύματά της και της αντίστοιχης οικονομικής πολιτικής. Πολλοί, όμως, με πρωτεργάτες τους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των πλέον ευνοούμενων επαγγελματικών στρωμάτων, φαίνεται πώς δεν συνειδητοποιούν τι συμβαίνει γύρω τους και καταφεύγουν σε συνεχείς αποχές, απεργίες, διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες. Βεβαίως και είναι δικαιολογημένες οι διαμαρτυρίες, κυρίως των φτωχών στρωμάτων του πληθυσμού, που κινδυνεύει η ίδια η βιολογική επιβίωσή τους, όμως η συνέχιση των αντιδράσεων αυτών μόνο ζημιά επιφέρει.
Πρέπει επιτέλους να αποφασίσουμε τι θέλουμε και τώρα μας δίνεται η ευκαιρία, τώρα μάλιστα που είναι πλήρως ορατές οι συνέπειες των επιλογών μας και έχει ξεκαθαρίσει περισσότερο η στάση των ευρωπαίων εταίρων μας και των λοιπών χωρών και οργανισμών. Ο πρωθυπουργός, εξάλλου, είναι προφανές ότι ζητάει την έκφραση της βούλησης του εκλογικού σώματος στο ζήτημα του δανεισμού και της παραμονής της χώρας μας στην ευρωζώνη, προκειμένου να διασφαλίσει τις κυβερνητικές αποφάσεις και να αυξήσει τη διαπραγματευτική του ισχύ, πράγματα που δεν φαίνεται να συμμερίζεται η αντιπολίτευση, χωρίς παράλληλα να μπορεί να δικαιολογήσει γιατί δεν θέλει το δημοψήφισμα.
Από την άλλη πλευρά, είναι περίεργο που ένα υβρίδιο αποστασίας φαίνεται βρίσκεται σε εξέλιξη από την πλευρά των βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος (Αποστολάκη, Καϊλή, κλπ), χωρίς επαρκείς και πειστικές αιτιολογίες, που προδίδουν ανεύθυνη πολιτική συμπεριφορά, άκρως επικίνδυνη για τα συμφέροντα της χώρας. Στην παρούσα πολιτική συγκυρία, οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος οφείλουν να στηρίξουν τον Πρωθυπουργό και την κυβέρνηση ενάντια στα άθλια συμφέροντα που χρόνια λυμαίνονται τη χώρα και εκτρέφουν τους αποστάτες. Είναι προφανές ότι η επιστροφή στη δραχμή ευνοεί τους τραπεζίτες και τις επιχειρήσεις (ακόμα και αρκετές εκδοτικές επιχειρήσεις), που πιστεύουν ότι θα απαλλαγούν από τα χρέη τους (εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία, φόροι, ιδιωτικές οφειλές κλπ) και θα εκμεταλλευτούν την οικονομική ανωμαλία.Το δημοψήφισμα δεν φαίνεται να εξυπηρετεί κάποια αντιλαϊκή ή αντεθική σκοπιμότητα, αφού εξ ορισμού είναι η πιο καθαρή δημοκρατική διαδικασία και θεσμός άμεσης δημοκρατίας, ενώ είναι σχεδόν βέβαιο ότι η έκβασή του θα είναι υπέρ του ευρώ. Αυτό θα έχει ως συνέπεια, αφενόςτην ελεύθερη έκφραση του εκλογικού σώματος και τη συνακόλουθη επισφράγηση της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής και αφετέρου την ισχυροποιηση του πρωθυπουργού και την αύξηση της διαπραγματευτικής του ικανότητας στις σχέσεις της χώρας μας με το Δ.Ν.Τ. και την Ε.Ε. Αντίθετα, ύποπτες σκοπιμότητες και συμφέροντα (οικονομικά ή πολιτικά) που έχουν επενδύσει στη χρεοκοπία της χώρας, φαίνεται να εξυπηρετούν οι κινήσεις των επίδοξων αποστατών, που εντελώς αδικαιολόγητα αρνούνται το δημοψήφισμα και ευθυγραμμίζονται με τα συμφέροντα των αλλοδαπών "αγορών".
Και κάτι τελευταίο. Το πολίτευμα της χώρας μας είναι "προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία με έντονα πρωθυπουργοκεντρικά χαρακτηριστικά". Αυτό σημαίνει ότι ο Πρωθυπουργός διαδραματίζει προεξάρχοντα ρόλο και έχει αποφασιστικές αρμοδιότητες λήψης κυβερνητικών αποφάσεων στο πλαίσιο της λειτουργίας του υπουργικού συμβουλίου. Αν το πολίτευμα αυτό δεν μας αρέσει, μπορούμε να το αλλάξουμε τηρώντας τις προϋποθέσεις που τάσσει το Σύνταγμα για την αναθεώρησή του. Μέχρι τότε, όμως, οφείλουμε να σεβόμαστε τον πρωθυπουργοκεντρικό χαρακτήρα του με την υπερέχουσα θέση του Πρωθυπουργού.
Είναι η ώρα οι έλληνες πολίτες να αντιμετωπίσουμε με ευθύτητα και με συναίσθηση της ευθύνης μας το μέλλον της χώρας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου